Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Κλέφτες στα βουνά

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου  
Μου ‘ρχεται ν’  ανέβω στο καμπαναριό της ενορίας μου και με φωνή Κολοκοτρωναίικη να φωνάξω στους συντοπίτες μου να συναχτούν και να τους τραγουδήσω το κλέφτικο: << Καλώς ανταμωθήκαμε εμείς οι ντερτιλήδες να κλάψουμε τα ντέρτια μας και τα παράπονά μας έτσι που καταντήσαμε μαύροι και κουρελήδες, απ’ τους ελληνοχάφτηδες που τρώνε τα παιδιά μας. Πάλε καλές αντάμωσες, πάλε ν’  ανταμωθούμε στον Άγιο Λια, στον πλάτανο, ψηλά στο κορφοβούνι πόχουν οι κλέφτες σύνοδο και οι καπεταναίοι, πόχουν αρνιά και ψήνουνε, κριάρια σουγλισμένα, οπόχουν  και γλυκό κρασί από το μοναστήρι. Κι εκεί της νύχτας αετοί και της αυγής λιοντάρια, να κόψουμε από τους Έλληνες το ξένο αλυσίδι >>.  
             Δεν πάει άλλο πια πρέπει ν’  ανεβούμε στα βουνά. Εδώ στον κάμπο και στις πόλεις τι να κάνουμε;  Πάλι τα ψίχουλα μας πέταξαν οι μικρονοϊκοί αντιπρόσωποί μας, την μπουκιά μας στεγνωμένη καταπίνουμε, μια μαριονέτα μαϊμού ανάπτυξη μας στάζουν και δε φαίνεται, τα βερεσέδια πάνε και έρχονται, ένα Άουσβιτς μας περιμένει με  σωρούς από σαπούνι να γίνουμε.

            Πολύ θα ήθελα περπατώντας στα στρωμένα χαλιά του γραφείου τους να τους πλησιάσω και τη γροθιά μου να χτυπήσω μπροστά τους. Ν’  αναπηδήσει το τασάκι, να χυθούν οι στάχτες στα μάτια τους, τα χαρτιά τους να σκορπιστούν και όπως θα ‘ναι λαγοί λερωμένοι να τους σφίξω τον τρίχινο λαιμοδέτη και να τους αφήσω σύξυλους. 
             Στο νέο καπετάνιο της Αρχής, Αλέξη που διέλυσε εις ων συνετέθη την πουτανίτσα Νουδούλα του Αντώνη και στη συνέχεια την πατρίδα τούτα τα λόγια να του πω: << Ουδείς βεβαίως σήμερα πιστεύει στην Ελλάδα πως κοιμόμαστε επί ρόδων, ούτε πως η κλινοστρωμνή μας είναι στρωμένη με αβρά και  ανθηρά πέταλα  εύοσμων ανθέων. Καρφιά έχει που μπήγονται στη σάρκα μας και μας την πληγώνουν. Δυστυχώς πεινώντες σαν σκύλοι χαιρετήσαμε γαβγίζοντας τη νίκη σου, το ψωμί που οι άλλοι μας έκλεψαν  σε σένα εμπιστευθήκαμε να μας το ξαναδώσεις. Απολυμένοι σε ψήφισαν να τους εξασφαλίσεις το μεροκάματο, πένητες με την κουδούνα τους σε κάλεσαν στο καλύβι τους  τη γύμνια τους να ντύσεις μ’ ένα κινέζικο κουρέλι. Φευγάτοι που σφίγγεται η ζωή τους στην ξενιτιά το γυμνό της  άνεμο που τους νυχτώνει στην ερημιά να σταματήσεις.
            Τσάτρα - πάτρα τα έκανες. Και δε μένει παρά να σε πάρει  σβάρνα  λαός και ποιητής για να ακούσεις εσύ και οι λακέδες σου τα εξ’ αμάξης και τούτο το ποιητικό: <<  Βοσκοί, στη μάντρα της πολιτείας οι λύκοι! Στα όπλα Ακρίτες! Μακριά οι φαύλοι και οι περιττοί καλαμαράδες και δημοκόποι και μπολσεβίκοι. Για λόγους άδειους ή για του ολέθρου το έργο  βαλτοί >>.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου